Τρίτης γραμμής θεραπεία – Third-line treatment or therapy

 

Θεραπεία που χορηγείται αφού τόσο η αρχική θεραπεία («πρώτης γραμμής») όσο και η επόμενη («δεύτερης γραμμής») έχουν χάσει την αποτελεσματικότητά τους.