Τυχαίο εύρημα – Incidental finding
Ένα εύρημα που δεν αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο μιας εξέτασης, αλλά προκύπτει παράπλευρα κατά τη διαδικασία αναζήτησης κάποιου άλλου στοιχείου.
Τυχαίο εύρημα – Incidental finding
Ένα εύρημα που δεν αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο μιας εξέτασης, αλλά προκύπτει παράπλευρα κατά τη διαδικασία αναζήτησης κάποιου άλλου στοιχείου.